Τα εμβληματικά ερυθρά της Κυρ-Γιάννη

08.02.2019

Το τι υπάρχει και τι δεν υπάρχει σε αυτή τη ζωή είναι κάτι που καμιά φορά χωρά πολλή συζήτηση. Υπάρχουν μπλε αλεπούδες, ελιές που φτιάχνουν κρασί, λευκαγκαθιές που βαφτίζουν το κόκκινο, νησιά που κατακτούν βουνά; Τα μεγάλα ερυθρά της Κυρ-Γιάννη από το Γιαννακοχώρι της Νάουσας απαντούν με ιστορίες που αποκαλύπτουν πως όλα μπορούν να υπάρξουν άμα τα φανταστούμε, κι όλα μπορούν να γίνουν άμα τα ονειρευτούμε.

Κτήμα Κυρ-Γιάννη, Ξινόμαυρο 50%, Merlot 30%, Syrah 20%

Ξεκίνησε την «καριέρα» του το 1992, όταν ο Γιάννης Μπουτάρης θέλησε να διαπιστώσει τι θα γίνει αν παντρέψεις μια διεθνή, πλούσια και δεκτική ποικιλία με τη λιπόσαρκη και δύσκολη Ποπόλκα ή Ποπόλικο, όπως έλεγαν οι ντόπιοι το Μαύρο Ναούσης. Η σκέψη -και μόνο- για την εποχή ήταν πρωτάκουστη, το εγχείρημα πειραματικό. Ήταν η πρώτη φορά, που μία ξένη ποικιλία συνδυαζόταν με μία Νάουσα, δίνοντας ένα αποτέλεσμα που έμελλε να αλλάξει καθοριστικά τα πράγματα στην ελληνική οινοποίηση.

Οι πρώτες φιάλες κυκλοφόρησαν το 1995 με την ετικέτα «Κτήμα Μπουτάρη στο Γιαννακοχώρι» και περιείχαν 70% Ξινόμαυρο και 30% Merlot από σταφύλια που είχαν φυτευτεί στο ιστορικό κτήμα της Νάουσας. Η ετικέτα, λίγα χρόνια αργότερα, μετονομάσθηκε στο ξακουστό «Γιανακοχώρι» της Κυρ-Γιάννη. Το 2008, το κρασί άλλαξε αισθητά, αλλάζοντας τις αναλογίες των ποικιλιών του και κερδίζοντας φανατικούς φίλους μέσα απ’ το ευρύ κοινό. Το 2011, η 20η σοδειά θα ονομαζόταν Last Vintage, καθώς ως όφειλε βάση του νέου νόμου έπρεπε να αποχαιρετήσει τον τοπικό προσδιορισμό στην ετικέτα της.  Μέχρι εκείνη τη χρονιά, είχε προσφέρει στον κόσμο του κρασιού: 78.396 φιάλες, 1.236 magnums, 308 double magnums και 20 jeroboams.

Σήμερα, η ετικέτα του φέρει δικαίως το όνομα «Κτήμα Κυρ-Γιάννη», καθώς η ιστορία του ταυτίστηκε με τον εταιρικό χαρακτήρα και τη διάθεση πρωτοπορίας του ιδρυτή, Γιάννη Μπουτάρη.  Το άλλοτε πειραματικό κρασί εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο κλασικούς οίνους της Νάουσας και ένα από τα πιο ευκολόπιοτα χαρμάνια του ελληνικού αμπελώνα.

Ράμνιστα, Ξινόμαυρο

Ράμνος είναι η λευκαγκαθιά, ένας φυλλοβόλος θάμνος που τα τελευταία χρόνια έχει γίνει γνωστός με το αρχαίο του όνομα, ιπποφαές. Η Ράμνιστα στη Νάουσα, πριν γίνει και πάλι, αμπελοτόπι, ήταν γεμάτη από λευκαγκαθιές. Στο χάρτη ήταν η πρώτη θέση όπου, πριν από σαράντα χρόνια, έγινε η πρώτη αναμπέλωση με Ξινόμαυρο του μετέπειτα κτήματος Κυρ-Γιάννη. Όπως ήταν επόμενο και λογικό, το πρώτο ΟΠΑΠ Ξινόμαυρο από το κτήμα στο Γιαννακοχώρι ονομάστηκε Ράμνιστα.

Η Ράμνιστα ήταν το πρώτο κρασί που λάνσαρε ο Γιάννης Μπουτάρης, όταν αποχώρησε από την οικογενειακή επιχείρηση, για να δημιουργήσει το κτήμα Κυρ-Γιάννη. Η σοδειά του 1995 ήταν η πρώτη 100% Νάουσα που κυκλοφόρησε και διεκδίκησε μία θέση στον διεθνή αμπελοοινικό χάρτη. Το 1998, ήταν το πρώτο και μοναδικό κρασί από αμιγή ελληνική ποικιλία που απέσπασε χρυσό βραβείο σε έναν υψηλού επιπέδου Διεθνή Διαγωνισμό Οίνου και Οινοπνευματωδών, που έγινε στο Surrey, στο πλαίσιο του London Wine Fair.  Η διάκριση αυτή γέμισε με περηφάνια τον Γιάννη Μπουτάρη, γιατί δικαίωσε και ενίσχυσε την πίστη του στην ατίθαση ντίβα του ελληνικού αμπελώνα, το Ξινόμαυρο. Σήμερα, η Ράμνιστα είναι μία πολυβραβευμένη ετικέτα. Με την αυστηρή διαλογή των σταφυλιών της στον τρύγο και στη διπλή τράπεζα, τον ζωηρό χαρακτήρα και τη ρώμη της στο ποτήρι και το μεγάλο δυναμικό παλαίωσης που παρουσιάζει η ποικιλία, έχει κερδίσει φανατικούς φίλους και αποτελεί έναν άξιο εκπρόσωπο της Νάουσας εντός και εκτός συνόρων.

Διάπορος, Ξινόμαυρο 87%, Syrah 13%

Στη ζωή μας η συνειδητή παρουσία στη στιγμή, τα όνειρα που γίνονται πράξη και οι ανθρώπινοι δεσμοί είναι οι παράδεισοι του καθενός. Ο Διάπορος είναι ένας τέτοιος παράδεισος, μερικά στρέμματα γης στο Γιαννακοχώρι, ένα ησυχαστήριο στη Χαλκιδική κι ένα single-vineyard κρασί, που με κάθε του γουλιά θυμίζει πως το μικρό μπορεί να είναι μεγάλο και το λίγο μπορεί να είναι καλύτερο από το πολύ. Όμως ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή…

Είναι γνωστό πως το κτήμα Κυρ-Γιάννη στο Γιαννακοχώρι αποτελεί μία μικρογραφία της αμπελουργικής ζώνης της Νάουσας και γι’ αυτό έχει χωριστεί σε 42 αμπελοτεμάχια που το καθένα έχει τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηριστικά (ανάγλυφο, έδαφος, ποικιλία) και απολαμβάνει τη δική του ιδιαίτερη αμπελουργική φροντίδα. Το Ξινόμαυρο από το αμπελοτεμάχιο #5 έκτασης 15 στρεμμάτων, που βρίσκεται πάνω στη λίμνη, κέρδιζε για χρόνια στις τυφλές δοκιμές και γι’ αυτό αποφασίστηκε να οινοποιηθεί ξεχωριστά μαζί με ελάχιστο Syrah. Το αποτέλεσμα ήταν ένα πολυσύνθετο, πυκνό και δυναμικό κρασί που πήρε το όνομα ενός εξωτικού τόπου της βόρειας Ελλάδας. Το νησί Διάπορος φιλοξενεί το μικρό και απλό καταφύγιο της οικογένειας Μπουτάρη στη Σιθωνία και αγαπήθηκε από την Αθηνά, τη μάνα του Στέλλιου, της Φανής και του Μιχάλη, όσο κανένα άλλο μέρος στη γη. Η ετικέτα Διάπορος φιλοξενεί ετησίως στις 9.000 φιάλες της το καλύτερο Ξινόμαυρο της Κυρ-Γιάννη και αποτελεί σήμερα, τη ναυαρχίδα του κτήματος. Είναι από τα ελάχιστα ελληνικά ερυθρά που έχουν κερδίσει WA95 για τις σοδειές του 2007 και 2011. Σε μια διεθνή αγορά που αγαπά την αυθεντικότητα και τη δύναμη να αλλάζεις εξαιρετικά μέσα στον χρόνο, το Διάπορος θεωρείται από πολλούς το κορυφαίο ελληνικό ερυθρό κρασί.

Δυο ελιές, Syrah 60%, Merlot 30%, Ξινόμαυρο 10%

Η αλλαγή θέλει πάντα, να αφήνεις κάτι πίσω σου, δείχνοντας εμπιστοσύνη στο καλύτερο που θα έρθει. Η ελιά είναι ένα δέντρο που εκφράζει αυτή την αλήθεια με τον καλύτερο τρόπο. Προσαρμοστικότητα. Αναγέννηση. Χάρη. Χρόνος. Άπειρο. Όλη η ζωή σε ένα δέντρο, η συντροφικότητα, η συνέχεια και η εξέλιξη σε δυο. Το πρώτο κρασί που δημιούργησε ο Στέλλιος Μπουτάρης όταν ανέλαβε τα ηνία του κτήματος Κυρ-Γιάννη, το 1999 πήρε το όνομά του από τις δυο αιωνόβιες ελιές που δεσπόζουν στο νοτιοανατολικό κομμάτι του κτήματος στη Νάουσα.

Είναι το κρασί που σηματοδοτεί τη διαδοχή στη διοίκηση της επιχείρησης και η ιστορία του λέει, πως ενώ όλοι περίμεναν τον Γιάννη Μπουτάρη να το δοκιμάσει για να δώσει την έγκρισή σου, εκείνος αποφάσισε να μη φανεί ποτέ στο κτήμα εκείνο τον χειμώνα και να αναβάλει τη γνωριμία του με το νέο χαρμάνι και το πρώτο δημιούργημα του πρωτότοκου γιου του, μετά την εμφιάλωση. Οι Δυο Ελιές με τον μοντέρνο και πληθωρικό χαρακτήρα τους συμβολίζουν την αλλαγή, το πέρασμα σε μία νέα εποχή και τη διάρκεια στον χρόνο που μόνο όσοι αλλάζουν, μπορούν να κατακτήσουν.

Μπλε Αλεπού, γαλλικό blend με 5% Ξινόμαυρο και 5% Syrah

Αυτή η συνάντηση ήταν να γίνει. Είχαν περάσει τέσσερα χρόνια από την στιγμή που η ιδέα να φτιαχτεί ένα premium blend με βάση την ποικιλία Syrah, τις 4 κλασικές ποικιλίες του Bordeaux (Cabernet Sauvignon, Cabernet Franc, Malbec, Petit Verdot) και το Ξινόμαυρο είχε πέσει στο τραπέζι. Ακολούθησαν τρία χρόνια δοκιμών, για να αποφασιστεί τελικά, ότι η σοδειά του 2008 ήταν εκείνη που επέτρεπε στο πιο πολυσύνθετο και διεθνές κρασί του κτήματος Κυρ-Γιάννη να κάνει την πρεμιέρα του.  Ένα από τα ερωτήματα που ακόμα δεν είχε βρει την απάντησή του ήταν το όνομα του κρασιού και μέσα στον δύσκολο τρύγο του 2009 φαινόταν απίθανο να φανεί η ιδέα που θα γοήτευε τους οινόφιλους.

Η έμπνευση ωστόσο, είναι παράξενο πράγμα. Εμφανίζεται και πυροδοτεί τη φαντασία εκεί που δεν το περιμένεις, μιλά χωρίς λέξεις, βλέπει με τα μάτια της ψυχής. Κι έτσι ένα βραδάκι του Σεπτέμβρη, επισκέφθηκε τον Στέλλιο Μπουτάρη με τη μορφή μιας αλεπουδίτσας που ξεπρόβαλλε μέσα από τα αμπέλια. Ήταν το τέλος μίας γεμάτης ημέρας, στην αυλή της Κούλας, του εμβληματικού πύργου στο κτήμα όπου ο οινοποιός απολάμβανε την πανσέληνο κάτω από την βελανιδιά με ένα ποτήρι από το καινούριο χαρμάνι.  Η αλεπού κοίταξε τον άντρα και ο άντρας την αλεπού, το φως ήταν μπλε και η στιγμή άφησε τελικά, τα ίχνη της για πάντα, πάνω στο μπουκάλι.

Η Μπλε Αλεπού έγινε το καινούριο μέλος στην οικογένεια των fine wines. Η σοδειά του 2008 από ένα βαρελάκι κυκλοφόρησε σε 100 μόλις κασετίνες που περιέχουν από τρεις φιάλες – μία για να την απολαύσεις αμέσως, μία για να την παλαιώσεις και μία για να την χαρίσεις σε κάποιον που αγαπάς!